sedoni left all cities
sedoni right all cities

cityguide 728x150 city

Ιστορία της Σάμου

Η Σάμος, νησί του ανατολικού Αγαίου, απέχει μόλις 1500 μέτρα από τις απέναντι μικρασιατικές ακτές, όπου άνθισε ο ελληνικός πολιτισμός της αρχαίας Ιωνίας. Ο επταστάδιος πορθμός των αρχαίων τη συνδέει με τη Μ. Ασία. Η ευνοϊκή της θέση στους θαλάσσιους δρόμους του αρxιπελάγους έπαιξε σημαντικό ρόλο για την εξέλιξή της.

Κατά την προϊστορική περίοδο, στο νησί έζησαν μεγαθήρια και άλλα σπάνια είδη ζώων εκείνης της εποχής. Τα οστά που βρέθηκαν από τον περασμένο αιώνα στην περιοχή των Μυτιληνών κοσμούν τις προθήκες παλαιοντολογικών μουσείων Αμερικής και Ευρώπης. Μερικά από τα παλαιοντολογικά αυτά ευρήματα βρίσκονται στο μουσείο των Μυτιληνιών της Σάμου που στεγάζεται σήμερα στο Ζημάλειο Ίδρυμα.

Ίχνη της πρώτης κατοίκησης ανθρώπου στη Σάμο εντοπίζονται στο λόφο του Κάστρου στο Πυθαγόρειο ήδη από τους ύστερους νεολιθικούς χρόνους (4η Έιλιετία π.΄.) Οι πρώτοι κάτοικοι ανήκαν σε πελασγικές φυλές που έφεραν και τη λατρεία της Ήρας. Κατά τη μυθολογία η Ήρα γεννήθηκε στις όχθες του ποταμού Ίμβρασσου και θεωρήθηκε προστάτις θεά της Σάμου. Γι' αυτό και συχνά εικονιζόταν το ιερό της πτηνό ο ταώς (παγόνι) σε σαμιακά νομίσματα. Στα νεότερα χρόνια,τα σύμβολατης Ηρας απεικονίσθηκαν στο θυρεό της ηγεμονίας Σάμου.

Το όνομα Σάμος πιθανόν έχει φοινικική προέλευση και σημαίνει τόπο υψηλό. Το νησί είχε και άλλες ονομασίες: Παρθενία, Ιμβρασία, Ανθεμίς, Δρυούσα, Δόρυσσα, Φυλλάς και άλλα.

Μετά τους Πελασγούς στη Σάμο κατοίκησαν Κάρες και Λέλεγες. Πρώτος μυθικός βασιλιάς της Σάμου υπήρξε ο Αγκαίος, ήρωας της αργοναυτικής εκστρατείας, που έχτισε τον πρώτο ξύλινο ναό της Ηρας και τοποθέτησε το ξύλινο ξόανο της θεάς. P> Στα μέσα του 6ου π. ΄. αιώνα η Σάμος παρουσίασε μεγάλη ανάπτυξη στο εμπόριο και τη ναυτιλία, τα γράμματα και τις τέχνες. Εκείνη την εποχή κατέλαβε την εξουσία ο τύραννος Πολυκράτης και επί των ημερών του έγιναν μεγάλα έργα όπως ο ναός της Ηρας, τα τείχη, το λιμάνι και προπάντων το εντυπωσιακό υδραγωγείο της αρχαίας πόλης, κοντά στο Πυθαγόρειο, το γνωστό Ευπαλίνειο όρυγμα, μήκους 1036 μέτρων, από τη μια πλευρά του βουνού στην άλλη. Στη διάρκεια των περσικών πολέμων κατακτήθηκε από τους Πέρσες. Στη συνέχεια απέκτησε την ελευθερία της και έγινε ισότιμο μέλος της αθηναϊκής συμμαχίας. Οταν όμως προσπάθησε να αυτονομηθεί από την αθηναϊκή ηγεμονία, αθηναϊκός στρατός και στόλος την πολιόρκησε και την υπέταξε. Κατά τον πελοποννησιακό πόλεμο (431-404 π.΄.) πολέμησε στο πλευρό των Αθηναίων. Το 129 π.΄. κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, οι οποίοι απογύμνωσαν το νησί από πολλούς θησαυρούς και καλλιτεχνήματα που τα μετέφεραν στη Ρώμη. Αργότερα, τον 4ο μ. ΄. αιώνα περιήλθε στους βυζαντινούς, στο κράτος των οποίων ανήκε μέχρι την κατάλυση της αυτοκρατορίας από τους σταυροφόρους το 1204 μ.΄. Η Σάμος δοκιμάστηκε από πολλές επιθέσεις και λεηλασίες από πειρατές Αραβες, Βενετούς, Τούρκους και άλλους επιδρομείς. Διατήρησε όμως πάντοτε τον Έριστιανικό και ελληνικό χαρακτήρα της.

Περί το 1475 οι Σαμιώτες πιεζόμενοι από διάφορους λόγους που δημιουργούσαν ανασφάλεια - αρρώστιες, πείνα, επιδρομές - μετανάστευσαν στη ΄ίο και τις απέναντι ακτές. Ο πληθυσμός αραίωσε πάρα πολύ, ώστε πολλοί να αναφέρουν την περίοδο αυτή μέχρι το 1565 ως ερήμωση της Σάμου. Στα μέσα του 16ου αιώνα η Σάμος επανασυνοικίσθηκε με ελληνικούς - χριστιανικούς πληθυσμούς από διάφορα μέρη της οθωμανικής αυτοκρατορίας και τους απογόνους των παλιών κατοίκων της., Στους νέους οικιστές παραχωρήθηκαν ιδιαίτερα προνόμια από το σουλτάνο, που θεμελίωναν μια μορφή αυτοδιοίκησης υπό την κυριαρχία της Υψηλής Πύλης. Σιγά σιγά ο πληθυσμός της αυξήθηκε και σχηματίσθηκαν τα σημερινά χωριά της, πολλά απο τα οποία κράτησαν το όνομα του τόπου προέλευσης των πρώτων κατοίκων ή το όνομα των πρώτων οικογενειών, όπως π.χ. Βουρλιώτες, Μυτιληνοί, Κοντέικα, Σκουρέικα κλπ. Την ίδια περίοδο ιδρύθηκαν και τα μεγάλα μοναστήρια της Σάμου, η Μονή της Παναγίας του Βροντά, η Μονή της Μεγάλης Παναγίας ή της Παναγίας των πέντε οσπητίων, η Μονή του Τιμίου Σταυρού, της Αγίας Ζώνης, της Ζωοδόχου Πηγής, του Προφήτη Ηλία και τελευταία της Νέας Ζωοδόχου Πηγής ή της Αγίας Τριάδος στους Μυτιληνούς. Πρωτεύουσα του νησιού ήταν η Χώρα, όπου είχε την έδρα της και η υποτυπώδης οθωμανική διοίκηση αποτελούμενη από βοεβόδα, καδή και λίγους στρατιώτες. Το νησί διοικούνταν από τους Μεγάλους Προεστούς που βρίσκονταν κοντά στο βοεβόδα και εκλέγονταν από τους Μικρούς Προεστούς, τους δημογέροντες των χωριών, οι οποίοι συγκροτούσαν κατ' έτος Γενική Συνέλευση.

Στα τέλη του 18ου αιώνα κατέφυγαν στη Σάμο αρκετοί Έλληνες από την Πελοπόννησο και τα Επτάνησα. Το εμπόριο, η ναυτιλία, οι νέες ιδέες που διαδίδονταν στον κόσμο, η Γαλλική Επανάσταση, επέδρασαν και στην κοινωνία της Σάμου. Στους κόλπους της αναπτύΈθηκαν δυο παρατάξεις: οι Καρμανιόλοι, φορείς προοδευτικών ιδεών, και οι Καλικάντζαροι, συντηρητικών αντιλήψεων. Οι Καρμανιόλοι κατόρθωσαν να ελέγξουν την προυχοντική εξουσία το 1808-1812 και να εισαγάγουν νέους θεσμούς όπως η δικαιότερη φορολογία, η λογοδοσία των αρχόντων στην Γενική Συνέλευση, ο έλεγχος των οθωμανών υπαλλήλων. Οι Καρμανιόλοι ανέδειξαν ως αρχηγό τους τον Λογοθέτη Λυκούργο, που είχε σπουδάσει και υπηρετήσει στην Κωνσταντινούπολη και τις Παρδουνάβιες Ηγεμονίες.

Το 1821 οι Σαμιώτες επαναστάτησαν με επικεφαλής τον Λογοθέτη Λυκούργο, τον Μητροπολίτη Κύριλλο, τον καπετάν Κωσταντή Λαχανά, τον καπετάν Σταμάτη Γεωργιάδη και άλλους σημαντικούς Καρμανιόλους οι οποίοι είχαν μυηθεί στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας. Απέκτησαν την ελευθερία τους από την τουρκική κυριαρχία και οργάνωσαν τη Σάμο με βάση τοπικό πολίτευμα τον "Στρατοπολιτικό Διοργανισμό της νήσου Σάμου". Με Γενικό Διοικητή τον Λυκούργο και την καλή οργάνωση που αυτός επέβαλε, κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τρεις μεγάλες επιθέσεις του τουρκικού στόλου και να διατηρήσουν την ελευθερία τους μέχρι τέλους. Το 1830, όταν με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου αναγνωρίσθηκε ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, η Σάμος δεν περιελήφθη στα όριά του. Οι Σαμιώτες δεν αποδέΈτηκαν αυτή την αδικία εις βάρος τους, ίδρυσαν ανεξάρτητη "Σαμιακή Πολιτεία" και συνέχισαν μόνοι να αγωνίζονται μέχρι το 1834 για να ενωθούν με την Ελλάδα. Δεν το πέτυχαν όμως. Οι ευρωπαϊκές Δυνάμεις, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, αποφάσισαν να αναγνωρισθεί η Σάμος αυτόνομη ηγεμονία υπό την επικυριαρΈία της Υψηλής Πύλης καταβάλλοντας σ' αυτήν ετήσιο φόρο υποτέλειας, ενώ η τελευταία δέχτηκε το νέο καθεστώς και παραχώρησε προνόμια ώστε να γίνει αποδεκτό από τους κατοίκους.

Παρά ταύτα, το ηγεμονικό καθεστώς εγκαθιδρύθηκε με τη βία στη Σάμο το καλοκαίρι του 1834, ενώ οι πρωτεργάτες της επανάστασης του 1821 και πολλοί Σαμιώτες υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον Οργανικό χάρτη της Ηγεμονίας η διοίκηση του νησιού ασκούνταν από τον Ηγεμόνα, χριστιανό ορθόδοξο, αξιωματούχο της Πύλης, διορισμένο από το σουλτάνο, και από τη Βουλή η οποία απαρτιζόταν από τέσσερες βουλευτές εκλεγόμενους από τους πληρεξουσίους των χωριών της Σάμου. Οι πληρεξούσιοι συγκροτούσαν κατ' έτος τη Γενική Συνέλευση και αποτελούσαν κατά κάποιο τρόπο την νομοθετική εξουσία. Η εσωτερική διοίκηση ανήκε στον Ηγεμόνα, τη Βουλή και τη Συνέλευση, ενώ ταυτόχρονα οργανώθηκαν όλες οι υπηρεσίες που απαιτεί ένα αυτόνομο κράτος. Πρώτος ηγεμόνας διορίσθηκε ο Στέφανος Βογορίδης, ο οποίος μέσω των αντιπροσώπων του διοίκησε τυραννικά. Οι Σαμιώτες επανατάτησαν εναντίον του, το 1849, αξιώνοντας την απομάκρυνσή του και την τήρηση του Οργανικού χάρτη.

Από το 1851 και μετά τέθηκαν οι βάσεις μιας πιο ουσιαστικής αυτονομίας για τη Σάμο, με την εφαρμογή του Αναλυτικού χάρτη του 1850. Αρχισε να παγιώνεται το διοικητικό σύστημα, οργανώθηκαν δικαστήρια, συμβολαιογραφεία, ληξιαρχεία, ιδρύθηκαν σχολεία, άρχισαν να γίνονται δημόσια έργα και να κατασκευάζονται δημόσια κτίρια. Η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε οριστικά από τη ΄ώρα στο Λιμένα Βαθέος. Στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα η Σάμος παρουσιάζει εξαιρετική οικονομική και πολιτιστική εξέλιξη. Αναπτύχθηκε πολύ το εμπόριο, η ναυτιλία, η βιομηχανία, ιδιαίτερα στους τομείς της βυρσοδεψίας, της καπνοβιομηχανίας, της οινοποιίας. Ιδρύθηκαν τυπογραφεία και εκδόθηκαν βιβλία και εφημερίδες. Μεγάλη σημασία δόθηκε επίσης στην ανάπτυξη της παιδείας με τη δημιουργία σχολείων σε κάθε χωριό από το 1851-1852, του Πυθαγορείου Γυμνασίου και Ανωτέρου Παρθεναγωγείου από το 1855, Εμπορικής Σχολής στο Καρλόβασι αργότερα και Επαγγελματικής Σχολής στην πρωτεύουσα.

Υπό το ηγεμονικό καθεστώς η Σάμος έμεινε μέχρι το 1912, οπότε, ύστερα από επανάσταση με αρχηγό τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, κήρυξε την ένωσή της με την Ελλάδα στις 11 Νοεμβρίου 1912.

Σ' όλη τη διάρκεια του 19ου αι. και στις αρχές του 20ου μέχρι το 1922 οι Σαμιώτες είχαν στενούς δεσμούς με τη Μικρασία. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή πολλοί πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στο νησί, συντελώντας στη διαμόρφωση της κοινωνικής του φυσιογνωμίας στη διάρκεια του μεσοπολέμου.

Το 1941 η Σάμος γνώρισε την κατοχή από ιταλικά στρατεύματα ενώ στα βουνά της αναπτύχθηκε ισχυρό αντιστασιακό κίνημα κατά των κατακτητών. Υπήρξε το πρώτο ελληνικό έδαφος που απελευθερώθηκε προσωρινά το Σεπτέμβριο του 1943 μέχρι το Νοέμβριο, οπότε δέχτηκε καταστροφική επίθεση βομβαρδισμού από τη γερμανική αεροπορία, ξανακατακτήθηκε από τους Γερμανούς και απελευθερώθηκε οριστικά τον Οκτώβριο του 1944. Από το το 1946 μέχρι το 1949 γνώρισε τα δεινά του αδελφοκτόνου εμφυλίου πολέμου.

Μετά τον εμφύλιο η Σάμος άρχισε και πάλι να ανασυγκροτείται και να αναπτύσσεται. Στη δεκαετία του 1950 πολλοί Σαμιώτες μετανάστευσαν στην Αυστραλία και την Αμερική. Από τη δεκαετία του 1960 αρχίζει η τουριστική ανάπτυξη του νησιού που προχωρεί με αλματώδεις ρυθμούς μέxρι σήμερα. Το 1987 ιδρύθηκε στο Καρλόβασι το Μαθηματικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Μνημεία του αρχαίου πολιτισμού της συναντά κανείς σήμερα στα αρχαιoλογικά της μουσεία και σ' όλόκληρη την περιοχή της ΄ώρας από το Πυθαγόρειο μέχρι το Ηραίον, αλλά και σε άλλες περιοχές του νησιού. Η Σάμος διαθέτει επίσης Βυζαντινό - Εκκλησιαστικό μουσείο της Ι. Μητροπόλεως, δύο Ιστορικά Αρχεία (ένα κρατικό και ένα της Ιεράς Μητροπόλεως), Κεντρική Δημόσια Βιβλιοθήκη Παλαιοντολογικό Μουσείο (Ζημάλειο Ίδρυμα Μυτιληνών) και Λαογραφικό Μουσείο στο Πνευματικό Ιδρυμα Σάμου "Ν. Δημητρίου".

Ο νεότερος πολιτισμός της Σάμου αποτυπώνεται στους παραδοσιακούς οικισμούς των χωριών της, στις καταπληκτικές εκκλησίες της, οι περισσότερες των οποίων είναι του 18ου και 19ου αιώνα, στα μοναστήρια της, στα εντυπωσιακά νεοκλασικά κτίρια των πόλεών της, στα εργοστάσια βυρσοδεψείων, στα καπνεργστάσια και τις κρασααποθήκες στην πρωτεύουσα, στο Κοκκάρι, στον Αγ. Κων/νο, στο Καρλόβασι, που δείχνουν και τις κυριότερες επιχειρηματικές δραστηριότητες των κατοίκων της.

Τα ίχνη των ανθρώπων από διάφορες εποχές επιχειρούν να συνυπάρξουν στον ίδιο χώρο της Σάμου πλουτίζοντας την ιστορία της.